ΠΑΙΔΙ

“Του καθρέφτη τα πλάσματα έχω όλα καλεσμένα”

Αυτή η φράση από την Αλίκη Μέσα  απ΄ τον καθρέφτη μας δίνει το στίγμα του έργου της Κυριακής Χριστακοπούλου.

Ο καθρέφτης έχει συνδεθεί παραδοσιακά με την τέχνη ως μίμηση ή ρεαλιστική αναπαράσταση. Είναι ένα από τα παραδείγματα που χρησιμοποιεί ο Σωκράτης στην Πολιτεία του Πλάτωνα όταν προσπαθεί να εξηγήσει το έργο του ζωγράφου:  « Το πράγμα δεν είναι δύσκολο, αλλά γίνεται με πολλά μέσα και γρήγορα΄ και στη στιγμή μάλιστα, αν θες να δοκιμάσεις, πάρε έναν καθρέφτη και γύρισέ τον απ΄ όλα τα μέρη΄ αμέσως  θα κάμεις  τον ήλιο και όσα υπάρχουν στον ουρανό, αμέσως θα κάμεις τη γη, και τον εαυτό σου και τα άλλα ζώα και τα σκεύη και τα φυτά και όλα όσα λέγαμε τώρα δα». Παρότι με αυτόν τον τρόπο φαίνεται να υποτιμάται το έργο του καλλιτέχνη εφόσον συγκρίνεται με έναν απλό αντικατοπτρισμό, περισσότερο  παθητικό παρά δημιουργικό, η παράδοση της πιστής απόδοσης της πραγματικότητας, σε συνδυασμό με την έμπνευση ή την ευφυία του δημιουργού , παρέμεινε το κεντρικό γνώρισμα της ζωγραφικής μέχρι τον 19 ο αιώνα.

Όμως εδώ, στο έργο της Κυριακής Χριστακοπούλου, ο καθρέφτης δεν παίζει τον ρόλο της πιστής αναπαράστασης με την οποία είναι παραδοσιακά συνδεδεμένος, αλλά αντλεί απ τον μύθο και το παραμύθι, από το όνειρο και την ψυχανάλυση, όπου η υποτιθέμενη πλάνη της μίμησης  μετατρέπεται σε όχημα ανακάλυψης μιας διαφορετικής, εσώτερης αλλά και κοσμικής αλήθειας. Όπως στην περίπτωση της μικρής Αλίκης, ο καθρέφτης  ενέχει τη δύναμη να φανερώσει κρυφές πτυχές που διαφεύγουν από την κανονική όραση και την καθημερινή αντίληψη, να μας εισαγάγει σ ένα ταξίδι ανακάλυψης και αυτογνωσίας. Δεν είναι τυχαίο ότι κεντρικό θέμα στο έργο της συνιστούν τα παιδιά, ενίοτε σε μεγάλες διαστάσεις και κοντινά πλάνα, όπως όταν η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων έφαγε κάποιες καραμέλες που την έκαναν να γίνει υπερμεγέθης και να δει τον κόσμο με άλλα μάτια. Το παιδικό βλέμμα εξάλλου , με την ακαταμάχητη αθωότητα , την αφοπλιστική μελαγχολία, το υφέρπον τραύμα, χαρακτηρίζει τον τρόπο  που βλέπει η καλλιτέχνις τον κόσμο – και που μας κάνει να τον δούμε και  εμείς.

Ως  «κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη…» που εμφανίζεται σε ορισμένους πίνακες, ως άλλος μίτος της Αριάδνης, ο χρωστήρας και η εικονογραφία της Κυριακής Χριστακοπούλου μας καλούν να διεισδύσουμε σε έναν  λαβύρινθο προσωπικό και ονειρικό, μαγικό και πνευματικό ,μνήμης  και φαντασίας, ιστορίας και παραμυθιού. Αντλεί τα θέματά της τοσο άπο την καθημερινότητα και την πραγματική ιστορία όσο και από το όνειρο, το μύθο, το συναίσθημα και τη φαντασία, δημιουργώντας ένα πολυεπίπεδο έργο που συνδυάζει όλα αυτά που συστήνουν την ζωή μας, τις επιθυμίες τις προσδοκίες και τους φόβους μας. ΄Οντα που συνδέουν το φυσικό με το υπερφυσικό , το καθημερινό με το αλλοτινό, τη ζωή με το θάνατο, τη γη με τον ουρανό. Πρόσωπα και φιγούρες από το παρόν και το παρελθόν. Νάνοι, χθόνια και παιχνιδιάρικα όντα με παιδικό ανάστημα και γεροντικό παρουσιαστικό, μας προκαλούν να τους ακολουθήσουμε και να αποκρυπτογραφήσουμε τα νεύματά τους. Δέντρα με τις ρίζες στη γη και την κορφή στον ουρανό, κόκκινα από τον αφηγηματικό ιστό, συνδέουν το υπόγειο με το υπέργειο, τον κάτω με τον άνω κόσμο. Ένα πρόσωπο αναδύεται από μια σουβάλα – μήπως  η Περσεφόνη  που προσπαθεί να σπάσει τα δεσμά του κάτω κόσμου;  Ένα συνεχές παιχνίδι ανάμεσα σε ζώα, φυτά, ανθρώπους, καλικάντζαρους, ξωτικά, μυθικά όντα, φαντάσματα: « Του καθρέφτη τα πλάσματα έχω  όλα καλεσμένα».

Η Κυριακή Χριστακοπούλου δημιουργεί ένα σύμπαν οικείο αλλά συνάμα ανοίκειο, όπου αναδύονται πλάσματα από μνήμες και εμπειρίες, από ιστορίες και εικόνες που μας αφορούν όλους και όλες.

Φαίη Ζήκα
Καθηγήτρια Φιλοσοφίας
και Ιστορίας της Τέχνης στην (ΑΣΚΤ)